ΜΟΝΗ ΒΛΑΤΑΔΩΝ
 

    Η Μονή Βλατάδων (ή Βλαταίων) βρίσκεται στο βόρειο τμήμα της Άνω Πόλης της Θεσσαλονίκης, νότια των Βόρειων Τειχών, απέναντι από τον Πύργο των Παλαιολόγων και σε υψόμετρο 130 περίπου μέτρων από τη θάλασσα.

    Η Μονή Βλατάδων είναι το μόνο από τα πολυάριθμα βυζαντινά μοναστήρια της Θεσσαλονίκης που διασώθηκε ως τις μέρες μας παρόλες τις καταστροφές που έπαθε μέχρι σήμερα. Στα χρόνια των Παλαιολόγων (1261-1453) η Θεσσαλονίκη, σύμφωνα με ιστορικές μαρτυρίες, είχε πλήθος μοναστηριών ("σηκών") μέσα στα όρια της καστροπερίκλειστης πόλης και στη γύρω περιοχή. Ήταν η εποχή που οι Παλαιολόγοι επέδειξαν ιδιαίτερο ζήλο για την τόνωση του θρησκευτικού αισθήματος του λαού, που συνέβαλλε άλλωστε και στην επιθυμητή ενότητα, απαραίτητη για την αντιμετώπιση των σοβαρών κινδύνων που απειλούσαν με διάλυση τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Ιδιαίτερη φροντίδα προς την κατεύθυνση αυτή εκδήλωσε η αυτοκράτειρα Άννα Παλαιολογίνα, που ήρθε και εγκαταστάθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1351, με προτροπή του Καντακουζηνού, μετά την επικράτηση και τον θρίαμβο του "ησυχασμού", του οποίου ηγούνταν ο μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Γρηγόριος Παλαμάς. Μαζί με τον Παλαμά, ήρθαν τότε στην πόλη και οι ομοϊδεάτες του μοναχοί Δωρόθεος και Μάρκος Βλατής, που η παράδοση τους θέλει Θεσσαλονικείς, καταγόμενους όμως από την Κρήτη. Οι μοναχοί αυτοί, που διακρίνονταν για τη μεγάλη τους μόρφωση και τη βαθιά χριστιανική τους πίστη, ίδρυσαν γύρω στα 1351-1371 τη Μονή των Βλατάδων, βοηθούμενοι ίσως και από την Άννα Παλαιολογίνα, που την ίδια χρονική περίοδο επισκεύαζε τα τα κοντινά προς το χώρο της Μονής ανατολικά τείχη της πόλης. Το νέο μοναστήρι αφιερώθηκε στον Παντοκράτορα Χριστό και τιμούνταν στη γιορτή της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα.

 
 

 Κάτοψη του καθολικού της Μονής Βλατάδων Θεσσαλονίκης.
Τα μαύρα τμήματα της τοιχοποιίας του αποτελούν μέρος του αρχικού κτίσματος (14ος αιώνας).
 
 

    Από το παλιό μοναστηριακό συγκρότημα της Μονής Βλατάδων ελάχιστα κτίρια διασώθηκαν σήμερα. το καθολικό της Μονής που σώζεται έχει διαφοροποιηθεί ριζικά από αυτό που αρχικά κτίστηκε στο πρώτο μισό του 14ου αιώνα. Τα τμήματα του αρχικού ναού που διασώθηκαν, με τα καμπύλα ψευδοαετώματα που βρίσκονται στα άκρα των τεσσάρων κεραιών του σταυρού, με τη μορφή του τρούλου, τα επάλληλα τόξα και τους ημικίονες στις γωνίες του, παρουσιάζουν πολλές ομοιότητες με το ναό των Αγίων Αποστόλων (1312-1315) και γενικά πολλά χαρακτηριστικά με τους ναούς της Θεσσαλονίκης της εποχής των Παλαιολόγων.

    Κατά τις πρόσφατες εργασίες αναστήλωσης και στερέωσης του μνημείου (1983), αποκαλύφθηκαν στο καθολικό της Μονής τοιχογραφίες του 11ου αιώνα, γεγονός που διαφοροποιεί την άποψη ότι ολόκληρο το κτίσμα ανήκει χρονικά στο 14ο αιώνα.
 
    Το παλιό κτίσμα-πυρήνας του ναού περιβάλλεται από νεότερες προσθήκες, που αλλοιώνουν και διαφοροποιούν την αρχική του μορφή. Μόνο το ιερό, το παρεκκλήσι των Αποστόλων Πέτρου και Παύλου, ο τρούλος με το γύρω τμήμα του, καθώς και ο εσωτερικός νότιος τοίχος ανήκουν στο αρχικό κτίσμα. Τα υπόλοιπα ανάγονται χρονικά στο 1801, όταν ο ναός επισκευάστηκε ριζικά από το Θεσσαλονικέα μεγαλέμπορα Ιωάννη Γούτα Καυταντζόγλου. Ακόμα η νότια στοά του ναού και το μικρό πρόπυλο της δυτικής εισόδου κατασκευάστηκαν μόλις το 1907.
 

 

Το καθολικό της Μονής Βλατάδων Θεσσαλονίκης.
 
 

    Αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον παρουσιάζει στο ναό ο τρόπος στήριξης του τρούλου στους τοίχους του ιερού και στις δυτικές παραστάδες χωρίς να υπάρχουν κίονες, τρόπος που κυριάρχησε στους ναούς της Ελλάδας τον 9ο ως τον 12ο αιώνα. Πάντως ο πυρήνας του "καθολικού" είναι και αυτός "σταυροειδούς" τύπου, όπως και οι ναοί της Αγίας Αικατερίνης και των Αγίων Αποστόλων Θεσσαλονίκης. Ενδιαφέρον επίσης παρουσιάζουν οι τοιχογραφίες του ναού που υπήρχαν με βεβαιότητα πριν από την άλωση της πόλης από τους Τούρκους (1430), καθώς και πολλά μαρμάρινα "θωράκια", φορητές εικόνες και διάφορα μοναδικά κειμήλια της Μονής.
 
 

Επιγραφή που βρίσκεται πάνω από τη δυτική είσοδο του καθολικού της Μονής Βλατάδων και που αναφέρεται στην ανακαίνηση του ναού κατά το 1801.
Η ανακαίνηση έγινε με τη συνδρομή του Θεσσαλονικέα μεγαλέμπορου Ιωάννη Γούτα Καυταντζόγλου.
 
 
Επιγραφή του δυτικού υπέρυθρου του καθολικού της Μονής Βλατάδων που αναφέρεται στη νεότερη ανακαίνηση του κτίσματος κατά το 1907,
με δαπάνη του ενορίτου Σωτηρίου Σπυρίδωνος.
 
 

    Πέρα από το καθολικό της Μονής Βλατάδων υπάρχουν στον αύλειο χώρο της: το "Ηγουμενείο", που κτίστηκε το 1926 πάνω σε θεμέλια προϋπάρχοντος ανάλογου κτίσματος, ένας νεότερος ναϊσκοςτης Θεοτόκου και το σύγχρονο συγκρότημα του Πατριαρχικού Ιδρύματος Πατερικών Μελετών. Στο νοτιοδυτικό τμήμα της Μονής, κάτω από βράχο, υπάρχει ακόμη η παλιά υδατοδεξαμενή ("κινστέρνα") της Μονής, όπου έφτανε, με κλειστούς και ανοιχτούς αγωγούς, το νερό με το οποίο υδρευόταν η πόλη από τις πηγές του βουνού Χορτιάτη ("Χορταϊτη"), από τα Βυζαντινά ακόμη χρόνια.

    Η Μονή Βλατάδων είναι σταυροπηγιακή Μονή, που σημαίνει πως εξαρτάται απευθείας από το Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης. Σύμφωνα με την παράδοση, στον τόπο που ιδρύονταν μοναστήρια, κατά τη θεμελίωση, τοποθετούνταν στο χώρο σταυρός ("σταυρός πήξαιτο") και έμεινε έτσι η ορολογία αυτή.

    Κατά την περίοδο της τουρκοκρατίας η Μονή Βλατάδων ονομαζόταν "Τσαούς Μοναστήρι", ίσως από το όνομα του Τούρκου στρατιωτικού διοικητή Τσαούς-Μπέη, που ήταν εγκατεστημένος στο "Επταπύργιο", βόρεια της Μονής και σύχναζε στο μοναστήρι για να απολαμβάνει τον καθαρό αέρα και την υπέροχη θέα του.
 
 


Το ηγουμενείο της Μονής Βλατάδων Θεσσαλονίκης.
Το κτίσμα αυτό κατασκευάστηκε στα 1926 στην ίδια θέση όπου υπήρχε το παλιό ηγουμενείο της Μονής.
 
 

Ο ναϊσκος της Κοίμησης της Θεοτόκου.
Το νεόδμητο αυτό κτίσμα του όλου συγκροτήματος της Μονής βρίσκεται δυτικά του καθολικού.
 
 
 
Αποκατάσταση της αρχικής μορφής του καθολικού της Μονής Βλατάδων (κατά Α. Ξυγγόπουλο).
 
 
Εντοιχισμένο βυζαντινό πινάκιο στην τοιχοποιία του καθολικού της Μονής Βλατάδων Θεσσαλονίκης.
 
 


Μαρμάρινη επιγραφή από το κτιριακό συγκρότημα της Μονής των Βλατάδων.
 

 

 
Βυζαντινές Χριστιανικές Εκκλησίες

Επιστροφή στη Home Page